30.1.09

ΙΔΙΟΦΥΕΙΣ ΑΝΘΡΩΠΟΙ


SMART PEOPLE

Σκηνοθεσία: Νόαμ Μούρο
Παίζουν: Ντένις Κουέιντ, Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, Έλεν Πέιτζ, Τόμας Χέιντεν Τσερτς
ΗΠΑ, 2008. Διάρκεια: 91΄


Υπερβολικά σπουδαγμένοι, μορφωμένοι μέχρι παραμόρφωσης, φαν της λογοτεχνίας, των επιστημών και των τεχνών αλλά όχι της ζωής, έχετε τώρα όλοι την ευκαιρία να ικανοποιήσετε εκείνη την καλά θαμμένη φαντασίωσή σας με την Σάρα Τζέσικα Πάρκερ παρακολουθώντας αυτή την αμερικάνικη κομεντί-διασταύρωση του Juno με το Wonder Boys. Πρωταγωνιστεί ο Ντένις Κουέιντ στο ρόλο μισάνθρωπου αλαζόνα πανεπιστημιακού καθηγητή λογοτεχνίας, ο οποίος βρίσκει τον έρωτα και τη χαμένη ανθρωπιά του στο πρόσωπο της κυρίας Sex and the City. Σύμφωνα με την λανθάνουσα λογική της ταινίας πρόκειται για το τέλειο ζευγάρι: Αν η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ νόμιζε μέχρι τώρα ότι αυτό που ήθελε ήταν ένας αρρενωπός άνδρας με καλοσχηματισμένο κορμί και έφεση στα… υδραυλικά, έκανε λάθος. Στην πραγματικότητα αυτό που της ταιριάζει είναι ένας ώριμος κουλτουριάρης με IQ τόσο υψηλό, που να έχει ξεχάσει παντελώς πώς να συμπεριφέρεται σε απλές, καθημερινές καταστάσεις, ούτως ώστε από τη μια να τον θαυμάζει (αυτή η νοητικώς κατώτερη – κι ας είναι και γιατρός στην ταινία), κι από την άλλη να πρέπει να τον νταντεύει, διότι, ως γνωστόν, κάθε άνδρας είναι κατά βάθος ένα παιδί, και κάθε παιδί αποζητά μια μαμά. Ακούγεται σχηματικό, και πράγματι στην ταινία δεν βγαίνει και πολύ πειστικά – υπάρχει μια εξαιρετική σχετική συζήτηση στο message board του imdb – αλλά αναρωτιέμαι τελικά μήπως είναι αλήθεια. Από την άλλη μεριά, λογικά θα περίμενε κανείς ότι ένας τέτοιος άνδρας θα γοητευόταν από μια γυναίκα αναλόγων προσόντων, κάποια ακαδημαϊκό, ποιήτρια, ή κάτι ανάλογο, αλλά φευ. Τελικά αυτό που ψάχνει είναι μια χαζογκόμενα που να κάθεται και να ακούει τις ατέλειωτες αγορεύσεις του περί μεταμοντερνισμού με το στόμα ανοιχτό. Αυτό κι αν ακούγεται βγαλμένο από τη ζωή. Στην ταινία εμπλέκεται ακόμα η έφηβη κόρη του καθηγητή, με την Έλεν Πέιτζ να συνεχίζει τον ρόλο της Τζούνο από εκεί ακριβώς που τον είχε αφήσει λες και βρίσκεται στην ίδια ταινία, καθώς και ο αδελφός του - υιοθετημένος αδελφός, όπως δεν χάνει ευκαιρία να διευκρινίζει ο κύριος καθηγητής – ο οποίος μοιάζει να είναι το μοναδικό λογικό και ισορροπημένο άτομο στην ταινία, πάντα έτοιμος για συναισθηματική επικοινωνία, αλλά και για ένα καλό πάρτι, εξού και είναι ένας αποτυχημένος, χωρίς δουλειά και φράγκα. Αυτό κι αν είναι κλισέ. Αν υποπτευθώ όμως ότι είναι κι αυτό αληθινό, ε, τότε θα πω ότι αυτή είναι μια καλή ταινία…

***

14.1.09

ΑΠΛΑ... Σ’ ΑΓΑΠΩ


IL Y A LONGTEMPS QUE JE T’AIME


Σκηνοθεσία: Φιλίπ Κλοντέλ
Παίζουν: Κρίστιν Σκοτ Τόμας, Έλσα Ζιλμπερστίν, Φρεντερίκ Πιερό, Λοράν Γκρέβιλ
Διάρκεια: 115΄

Σ’ ένα αεροδρόμιο η Ζουλιέτ κάθεται μόνη της στην καφετέρια. Καπνίζει και κοιτάζει νευρικά έξω από το παράθυρο. Έχει μαύρους κύκλους. Μοιάζει να μην έχει κοιμηθεί για χρόνια. Μια νεαρότερη γυναίκα την πλησιάζει, αναγνωρίζονται και αγκαλιάζονται αμήχανα. Μπαίνουν στο αυτοκίνητο. Η Λία είναι η μικρότερη αδελφή της Ζουλιέτ. Έχουν να ιδωθούν τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνια. Η Λία είναι παντρεμένη, είναι καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο, έχει υιοθετήσει δυο παιδιά και μένει μαζί με τον πεθερό της, ο οποίος λόγω ενός ατυχήματος, έχει χάσει τη λαλιά του και περνάει τη μέρα διαβάζοντας βιβλία. Κανείς από τους φίλους της δεν ήξερε ότι έχει αδερφή. Διότι η Ζουλιέτ ήταν το σφραγισμένο μυστικό της οικογένειας. Δεκαπέντε χρόνια φυλακή για τη δολοφονία του εξάχρονου γιου της. Η Λία προσπαθεί να επανασυνθέσει μια σχέση που η ίδια διέκοψε. Οι πράξεις της εμπεριέχουν τις τύψεις και η φυλακή δεν έχει όνομα. Είναι το «εκεί», το «άλλο». Ο μεσοαστικός περίγυρός της εγκλωβισμένος σε μια φούσκα πνευματικού αυνανισμού και συγκαλυμμένης κατάθλιψης, όπου οι συζητήσεις περιστρέφονται γύρω από την υψηλή λογοτεχνία, την υψηλή κουλτούρα και τις στιχομυθίες εντυπωσιασμού, έχει ξεχάσει πως υπάρχει το «εκεί». Ή ακόμα καλύτερα, έχει εξορκίσει το «εκεί» και το έχει καταδικάσει να βρίσκεται μονάχα νεκρό στις λογοτεχνικές σελίδες. Όμως, όσο κι αν εθελοτυφλούν, το «εκεί» είναι υπαρκτό.
Η Ζουλιέτ δεν αποκηρύσσει το «εκεί», διότι έχει καταλήξει πως η πιο οδυνηρή φυλακή είναι αυτή που βρίσκεται μέσα της κι έχει αντιληφθεί πως το «άλλο» και το «αυτό», το «εδώ» και το «εκεί» είναι απλώς οι δυο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Πλέον ο στόχος της είναι να αναστήσει τα συναισθήματα της, να ζήσει τη σαρκική απόλαυση και να προσπαθήσει να σώσει ό,τι από το παρελθόν της μπορεί να σωθεί. Ο μόνος άξονας αναφοράς είναι η μικρή της αδερφή. Ο δρόμος προφανώς προβλέπεται ανηφορικός. Και κυρίως μοναχικός.
Το «Απλά σ’ αγαπώ» είναι ένα γαλλικό μελόδραμα που σέβεται όλους τους κανόνες του είδους, προτιμώντας να χειριστεί το δύσκολο θέμα με μια αποστασιοποιημένη και ακαδημαϊκή (όπως συνηθίζουν να λένε) κινηματογράφηση, και να αφήσει έτσι το μεγάλο βάρος στους ηθοποιούς και στις σιωπές τους. Εξάλλου αν υπάρχει ένα είδος που παραδοσιακά ανυψώνει το ρόλο του ηθοποιού, αυτό είναι το δράμα (αλλά και η κωμωδία - η άλλη όψη του νομίσματος). Και δεν θα ήταν υπερβολή να πω πως όλη η αφήγηση, η ουσία και το «ψωμί» της ταινίας βρίσκεται στην ερμηνεία της Κρίστιν Σκοτ Τόμας, στο αμήχανο βλέμμα, στο οστεώδες πρόσωπό της, στη ναρκωμένη οργή, και στις νευρικές σιωπές της. Το δίχως άλλο, καθηλωτική. Ακριβώς όπως όφειλε να είναι.

***